«Ἐγεννήθηκα στὸ χωριὸ Στύψη τῆς Λέσβου στὰ 1866. Καὶ οἱ γονεῑς μου ἦταν ἀπὸ τὴ Στύψη. Ὁ πατέρας μου ἦταν ἔμπορος. Νέος ἀκόμη πῆγε ἀπέναντι, στὸ Ἀδραμύττι, καὶ ἄνοιξε κατάστημα. Ὅταν ὅμως ἔφθασε σὲ ὥρα γάμου, ἦρθε πάλι στὴ Στύψη καί παντρεύτηκε. Καὶ πάλι ξαναγύρισε στὸ Ἀδραμύττι. Μὰ ἐρχόταν στὶς γιορτές. Ὅταν ἔγινα ἐγὼ δύο χρονῶν, ἦρθε καὶ μᾶς πῆρε ὅλους στὸ Ἀδραμύττι. Ἐκεῖ γεννήθηκαν οἱ ἔξι ἀδελφές μου, ἡ μία πέθανε πολὺ μικρή, καὶ τελευταῖος ὁ ἀδελφός μου Εὐριπίδης, ποὺ καὶ αὐτὸς πέθανε νέος…[…]».
(Ἀπὸ τὰ Ἀπομνημονεύματά του)