Oἱ Κλέφτες τοὺς δυὸ πρώτους αἰῶνες τῆς τουρκοκρατίας οὔτε ταξικὸ οὔτε ἐθνικὸ ἀγῶνα μποροῦσαν νὰ κάμουν, μὰ οὔτε καὶ ἤξεραν τί θὰ πῇ αὐτό. Ὁ ἀγῶνας τους ἐνάντια στοὺς Τούρκους ἦταν μιὰ ἀπελπιστικὴ αὐτοάμυνα, γιὰ νὰ ζήσουν. ’Ἐξάλλου οὔτε καὶ οἱ ἱστορικές συνθῆκες εἶχαν ὡριμάσει, γιὰ νὰ τοποθετήσουν τὸν ἀγῶνα τους μέσα σὲ πλαίσια ταξικά ἤ ἐθνικά. Μὰ καὶ σὲ καμιὰ ἐποχὴ καὶ σὲ καμιὰ περίπτωση δὲ μποροῦμε νὰ μιλήσουμε γιὰ ταξικὸ ἀγῶνα τῶν Κλεφτῶν ἤ τῶν Χαϊντούκων, γιατὶ αὐτοὶ δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ κοινωνικὴ τάξη καὶ οὔτε ἔπαιξαν ποτὲ κανένα ρόλο οἰκονομικό ἤ πολιτικὸ μέσα στὴν τουρκική αὐτοκρατορία, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ ταξικό τους ἀγῶνα.