Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

«Κρυψάνες», οἱ ὑπόγειες κρύπτες τῶν Μακεδονομάχων





     Ἡ επιτυχὴς δράση τῶν Ἑλληνικῶν ἀντάρτικων ὁμάδων στὴν περιοχὴ Φλώρινας - Μοναστηρίου, δημιούργησε μία ἀσφαλὴ ζώνη ὅπου ἐκεῖ  ἔβρισκαν καταφύγιο καὶ  τὰ σώματα ἄλλων περιφερειῶν ὅπως πχ  τοῦ Βάρδα ποῦ πέρασε ἐκεῖ  τὸ χειμῶνα τοῦ 1906-7.
Ἦταν τὸ βασίλειο τῆς «κρυψάνας», ὅπως ἔλεγαν τότε, τὶς ὑπόγειες κρύπτες. Δὲν ὑπῆρχαν μεγάλα βουνὰ  μὲ ἀπέραντα δάση καὶ  ἀναρίθμητα σκόρπια μαντριά, ὅπως στὸ  Μορίχοβο. Βρίσκονταν ἐξ ἄλλου τουρκαλβανικὰ  χωριὰ  στὰ ψηλότερα σπλάχνα τοῦ  Περιστεριοῦ (Κισάβα, Ὄστρετς, Ζλουκουκιάνι).  Ἀναγκάζονταν λοιπὸν  τὰ  σώματα νὰ  μένουν στὰ χωριὰ καὶ  νὰ τρυπώνουν στὶς «κρυψάνες». Κάθε σπίτι εἶχε μία τουλάχιστον καὶ συχνὰ  δύο καὶ  τρεῖς «κρυψάνες», τεχνικότατες φτιαγμένες.


     Ἡ φαντασία τῶν χωρικῶν εἶχε ὀργιάσει. Ἡ εἴσοδός των ἦταν συνήθως κάτω ἀπὸ  τὸ  παχνί, στὸ βάθος τοῦ  ἀχυρώνα. Ἔκλεινε μὲ μία πλάκα ποὺ τὴν σκέπαζε σωρὸς ἀπὸ κοπριὰ ἢ ἄχυρα. Ἄλλες εἶχαν τὴν εἴσοδο σὲ μία ντουλάπα ἢ κάτω ἀπὸ  τὸ τζάκι. Στὸ μοναστήρι τοῦ προφήτη Ἡλία πχ τοῦ Ντράγος (Manastir Sv. Ilija, s. Dragoš, Bitola), ἔμπαινε κανεῖς ἀπὸ μιὰ ντουλάπα γεμάτη μπουκάλια κρασί, ρακί, ψωμιά κλπ. Δύο σανίδες μετακινοῦνταν μὲ ὀρισμένη μονάχα πίεση. Κάτω ἡ κρύπτη ἦταν εὐρύχωρη, στεγνὴ καὶ εὐάερη. Χωροῦσε 60 ἄντρες καὶ μποροῦσε κάποιος νὰ παραμείνῃ ἐκεῖ  μερόνυχτα καὶ νὰ ἀκούῃ καθαρὰ τὶς κουβέντες τῶν Τούρκων ἀπὸ  πάνω.

     Εἶχαν δημιουργηθεῖ ὅμως καὶ εἰδικοὶ  τεχνίτες, ποὺ στάλθηκαν στὸ Μορίχοβο γιὰ νὰ κατασκευάσουν κρύπτες. Τὸ μοναστήρι τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων τῆς Καστοριᾶς, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ τέλεια κρύπτη, κάλεσε ἔμπιστους τεχνίτες τῆς ἡρωικῆς οἰκογένειας Ἀργυράκου – Μπαστῆ ἀπὸ το Μπλάτσι. Δούλεψαν μιὰ ὁλάκαιρη ἐβδομάδα γιὰ νὰ τὴν ἐτοιμάσουν.
Παντοῦ εἶχαν κατασκευαστεῖ κρύπτες. Στὸ Μορίχοβο πχ εἶχαν κατασκευαστεῖ σὲ ὅλα τὰ χωριὰ μερικὲς κρύπτες γιὰ ἄρρωστους ἢ πληγωμένους ἀντάρτες, γιὰ ἀποθήκευση ὅπλων καὶ ἐφοδίων καὶ σὲ ἐξαιρετικές περιπτώσεις, γιὰ ἀπόκρυψη ὁλόκληρου σώματος. Στὸ Περιστέρι ὅμως ἡ «κρυψάνα» ἦταν κανόνας.

     Ἔλεγαν οἱ παλιοὶ ὅτι ὅταν ὁ μπάρμπα Στέφος ἀπὸ  τὸ Ὀρέχοβο ἔβλεπε τούρκικη ἔρευνα καὶ μυριζόταν ξύλο, φοροῦσε χοντρὴ  γούνα κι ἂς ἦταν Ἰούλιος, ἄδειαζε ἕνα μπουκάλι ρακὶ καὶ ἔπαιζε τὴν γκάιντα. Ἔτσι ἔτρωγε τὸ ξύλο «μετὰ μουσικῆς». Τὸ ἴδιο ἔκαμε καὶ μιὰ μέρα τοῦ 1908. Ἔφτασαν ἀγριεμένοι Τοῦρκοι στρατιῶτες καὶ Τουρκαλβανοὶ  τοῦ γειτονικοῦ χωριοῦ Ζλουκοκιάνι, γιατὶ πρὶν λίγες μέρες εἶχαν ἐξαφανιστεῖ τρεῖς χωριανοί τους ἀγροφύλακες καὶ εἶχε σκοτωθεῖ καὶ ἕνας Τοῦρκος ταγματάρχης σὲ συμπλοκή.
Τὸν ἔστρωσαν σὲ ἀλύπητο ξύλο, τοῦ `σπασαν καὶ τὴν γκάιντα. Ὁ μπάρμπα Στέφος προσποιήθηκε πῶς λιποψύχησε καὶ τοὺς ἔδειξε τὴν «κρυψάνα» του.
Μέσα ὑπῆρχε μόνο ἕνα σκουριασμένο καριοφύλι…. Ὅμως λίγο παραπέρα, σὲ μιὰ ἄλλη τεχνικότατη κρυψάνα, ἦταν ὁ Παῦλος Ρακοβίτης μὲ τοὺς λίγους ἄντρες του, ὅλους ἐπίσης Κρατεριώτες, καὶ ὁ Καραβίτης.




Ἰωάννης Καραβίτης



    Εἶχε περικυκλώσει ὁ στρατὸς ἔξω ἀπὸ τὸ Μπούκοβο τοὺς μισοὺς ἄντρες του καὶ τοὺς ὑπαρχηγούς του, Κῶστα Μποϊκοβίτη καὶ Βασίλειο Μαλογιῶργο. Ἐκείνοι ὅμως πρόβαλαν σθεναρὴ ἀντίσταση ὁχυρωμένοι σὲ μιὰ γούβα. Ἀπὸ τὴ συμπλοκὴ αὐτὴ σκοτώθηκε ὀ Τοῦρκος ταγματάρχης. Σὲ βοήθεια τοῦ Παύλου Ρακοβίτη ἔτρεξε μὲ μερικοὺς ἄνδρες του καὶ ὁ  Ἰωάννης  Καραβίτης καὶ βρῆκαν ὅλοι μαζὶ τελικά, καταφύγιο καὶ σωτηρία στὴ δεύτερη κρυψάνα τοῦ μπάρμπα Στέφου…

    Οἱ περισσότερες κρύπτες εἶχαν τὸ κύριο σῶμα στὴν αὐλή, κάτω ἀπὸ τὸν κῆπο ἢ ἔξω στὸ δρόμο, κάτω ἀπὸ τὸ καλντερήμι. Τὸ κακὸ ἦταν ὅτι τὸ ἤξεραν καὶ οἰ Τοῦρκοι καὶ ἔκαναν ἀδιάκοπες ἔρευνες στὰ χωριά, ἐφοδιασμένοι μὲ κασμάδες, φτυάρια, μακρουλὲς σιδερένιες λόγχες κλπ. Ἔσκαβαν στὰ ἀχούρια, στὶς ἀχυρῶνες, στὶς αὐλές, τρυποῦσαν πατώματα, ντουλάπες, ἀποθῆκες κλπ. Ἔδερναν, ἀπειλοῦσαν, τοὺς ἔκλειναν ὅλους, ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιὰ στὰ σπίτια. Συχνὰ ἔδιναν ζαχαρωτὰ καὶ λουκούμια στὰ μικρὰ παιδιὰ καὶ τὰ ρωτοῦσαν ἂν ἔρχονταν σπίτι τους ξένοι ἔνοπλοι. Δασκαλεμένοι οἱ μικροὶ ἔλεγαν πῶς ἔρχονταν «Τοῦρκοι»! Ἐπίτηδες οἱ μάνες ἔλεγαν καὶ τοὺς ἀντάρτες «Τούρκους»…

     Πολλὲς φορὲς οἱ Τοῦρκοι κρατοῦσαν ἀποκλεισμένο στὴν ἐκκλησία ἢ στὸ σχολεῖο ὅλο τὸν πληθυσμὸ τοῦ χωριοῦ, δύο ἢ τρία μερόνυχτα, γιὰ νὰ πάθουν ἀσφυξία οἱ θαμμένοι στὶς κρυψάνες ἀντάρτες. Καὶ πραγματικά, μερικοὶ πέθαναν στοὺς ζωντανοὺς αὐτοὺς τάφους καὶ δύο τρελλάθηκαν. Σκοτάδι πίσα, ὑγρασία, κρύο. Μερικὲς φορὲς νερὸ μιὰ καὶ δύο πιθαμὲς μέσα, μολυσμένος καὶ λιψὸς ἀέρας καὶ πάνω ἀπ` ὅλα ἡ ἀγωνία. Νὰ σκάβουν ἀπὸ πάνω σου γιὰ νὰ σὲ ξεσκεπάσουν, νὰ ἀκοῦς τὶς κουβέντες τῶν Τούρκων, νὰ περιμένῃς ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ νὰ τρυπήσῃ ὁ κασμάς τὴν ὀροφὴ καὶ νὰ σηκώσῃ τὴν πλάκα τῆς εἰσόδου καὶ νὰ βλέπῃς στὸ πηχτὸ σκοτάδι μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου, μιὰ κρεμάλα νὰ κρέμεται πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι σου!







     Βρέθηκαν σὲ κρυψάνα καὶ αἰχμαλωτίστηκαν ὁ Μοναστηριώτης ὁπλαρχηγός Πέτρος Χρήστου, καὶ ὁ Κρητικὸς Καμηλάκης. Ἀργότερα τοὺς κρέμασαν. Ὁ Κοζανίτης Κιουτσούκης, ποὺ εἶχε δραπετεύσει ἀπὸ τὶς φυλακές Μοναστηρίου, ὅταν εἶδε νὰ ξεσκεπάζεται ἡ κρυψάνα του, προτίμησε νὰ τινάξῃ τὰ μυαλά του στὸν ἀέρα, παρὰ νὰ γυρίσῃ πίσω στὶς φυλακές.
Οἱ φτωχοὶ χωρικοὶ μηχανεύονταν πολλά. Ὅταν πχ οἱ Τοῦρκοι ἀξιωματικοὶ γιὰ νὰ περάσουν τὴ νύχτα, ἔμεναν σὲ ἕνα σπίτι ποῦ στὴν κρυψάνα του εἶχε τρυπωμένους ἀντάρτες, ὅταν αὐτοὶ ἄρχιζαν νὰ ἔχουν ἔλλειψη ἀπὸ ἀέρα, χτυποῦσαν μὲ τὸν ὑποκόπανο τὰ τοιχώματα τῆς κρύπτης γιὰ νὰ τοὺς ἀνοίξουν. Ἀμέσως οἱ γυναῖκες χωρὶς νὰ χάνουν καιρὸ καὶ τὴν ψυχραιμία τους, ἔκαναν μὲ τσιμπήματα τὰ μικρὰ παιδιὰ νὰ οὐρλιάζουν. Ἔτσι δὲν ἀκούγονταν οἱ ὑπόγειοι χτῦποι καὶ οἱ Τοῦρκοι ἀναγκάζονταν νὰ ἀλλάξουν κατάλυμμα, λόγω οὐρλιαχτῶν, κλαμάτων και φασαρίας…



Ἀπό τὸ βιβλίο τοῦ Γ. Μόδη, «Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ ΚΑΙ Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», Ε.Μ.Σ. 1967.
Οἰ φωτογραφίες τῶν ὁπλαρχηγῶν εἶναι ἀπὸ florina-history.blogspot.com


3 σχόλια:

  1. Εξαιρετικό κείμενο από τον αείμνηστο Γ. Μόδη. Θα το αναδημοσιεύσω για να το διαβάσουν περισσότεροι και να το κάνουν και άλλοι στα ιστολόγιά τους. Συγχαρητήρια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εύχαριστῶ Βιβλιόφιλε. Ὁ Γ. Μόδης μὲ ἀπολαυστικὴ περιγραφικότητα ἀναφέρει στὰ βιβλία του πτυχὲς ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν Μακεδονομάχων ὃπου δὲν εἶναι εὐρύτερα γνωστὲς. Ὑπέροχος στὸ λόγο, ἀπὸ τοὺς ἀγαπημένους μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εξαιρετικη αφηγηση, Η σκληρή καθημερινοτητα του αγώνα. Ευχαριστώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή