Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

Τὸ γεφύρι τῆς Κόνιτσας...






   «Konitsa! Konitsa! Konitsa!...» ἦταν τὸ ἐπιφώνημα ποὺ σημάδεψε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ γνωστὰ φωτογραφικὰ ὁδοιπορικά τοῦ περασμένου αἰῶνος στὴν ἀπελευθερωμένη Ἑλλάδα: τοῦ Φρὲντ Μπουασονᾶ καὶ τοῦ συνοδοιπόρου του Ντανιὲλ Μπόντ-Μποβί, τὸ καλοκαίρι τοῦ 1913.

   Ἡ Κόνιτσα γιὰ τοὺς δύο Ἐλβετοὺς φιλέλληνες δὲν ἦταν μόνο «ἡ πιὸ ὄμορφη χωρὶς ἀμφιβολία τῶν πόλεων τῆς Ἠπείρου», ὅπως τὴν περιγράφουν, ἀλλὰ καὶ ἡ... Ἰθάκη τους, στὴν πιὸ περιπετειώδη φωτογραφικὴ –πρώτη ἐπίσημη μὲ ἀνάθεση τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης– ἀποστολή τους στὴν Ἑλλάδα, λίγους μῆνες μετὰ τὴ λήξη τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων. 


«Ἐπιτέλους ὁ Δίας μᾶς προστάτεψε! Φτάσαμε στὴν Κόνιτσα, χωρὶς ἀμφιβολία τὴν πιὸ ὄμορφη ἀπὸ τὶς πόλεις τῆς Ἠπείρου, κρυμμένη μέσα σὲ μία γωνιὰ τῶν βουνῶν, καταφύγιο ἀνάμεσα σὲ χαράδρες, μὲ καθαρὰ σπίτια καὶ ἀνθισμένους κήπους νὰ ξεχωρίζουν, γεμάτη συκιές, ροδιές, δάφνες... Μία τεράστια γέφυρα, τουρκική, μὲ ἕνα μόνο τόξο, ποὺ ὑπερπηδᾶ τὸ εὔρος ἀπὸ τὶς χαράδρες, εἶναι αὐτὴ ποὺ δίνει πέρασμα στὸν Ἀῶο. Αὐτὴ ἡ λεπτὴ γέφυρα κι αὐτὴ ἡ χαράδρα ὅπου περιρρέει τὸ φῶς, ὅπου ὁ χείμαρρος λαμπυρίζει σὰν μετάλλινος δράκος, εἶναι ἡ μεγάλη ὀμορφιὰ τῆς Κόνιτσας!».


 


   Ἡ γέφυρα ὅμως δὲν εἶναι «τουρκική», ὅπως περιγράφει στὶς σημειώσεις του ὁ Ντανιὲλ Μπόντ-Μποβί, γιατὶ τὸ μονότοξο λιθόκτιστο γεφύρι ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Κόνιτσα, στὴν ἔξοδο τοῦ Ἀώου ποταμοῦ, ἄρχισε νὰ χτίζεται τὸ 1870 ἀπὸ τὸν πρωτομάστορα Ζιῶγα Φρόντζο ἀπὸ τὴν Πυρσόγιαννη ἐνὼ βασικὸς χρηματοδότης ἦταν ὁ Ἰωάννης Λούλης ἀπὸ τὰ Καστανοχώρια καὶ τραπεζίτης στὰ Γιάννενα ὁ ὁποῖος ἔδωσε τὰ 50.000 γρόσια, ἀπὸ τὰ 120.000 ποὺ κόστισε συνολικὰ τὸ γεφύρι ἐνὼ τὰ ὑπόλοιπα τὰ προσέφεραν ἄλλοι χριστιανοὶ καὶ μουσουλμάνοι τῆς περιοχῆς.

Γιὰ νὰ εἶναι ἀνθεκτικὸ στὶς ἀντίξοες συνθῆκες τοῦ ἠπειρώτικου χειμῶνα ἀπέκτησε μεγάλες διαστάσεις (20x40 μέτρα). Γιὰ τὴν κατασκευή του ἡ παράδοση λέει πὼς δούλεψαν κάτω ἀπὸ τὶς ὁδηγίες τοῦ πρωτομάστορα 50 πυρσογιαννίτες μάστορες-πελεκάνοι, κτῖστες, νταμαρτζῆδες (γιὰ τὴν ἐξόρυξη τῆς πέτρας), ἀσβεστᾶδες καὶ ἄλλοι.

Ἡ κατασκευὴ τοῦ γεφυριοῦ ποὺ ἔχει 20 μέτρα ὕψος καὶ 40 μέτρα μῆκος, τελείωσε τὸ 1871· προηγούμενες ξύλινες κατασκευὲς τοῦ 1823 καὶ μετέπειτα, τὶς πῆρε τὸ ποτάμι.

Τὸ γεφύρι αὐτὸ εἶναι ἕνα ἔργο τέχνης καὶ ὀμορφιᾶς, τέλειο στὴ γραμμή του, ἀντάξιο τῆς μαστορικῆς παράδοσης τῆς ἐποχῆς του. Διεκδικεῖ τὸν τῖτλο τοὺ μεγαλύτερου μονότοξου τῶν Βαλκανίων. Τὸ γεφύρι ἐπισκευάστηκε τὸ 1913 γιατὶ τὸ κανονιοβόλησε ὁ Τζαβῆτ πασάς ποὺ ὀπισθοχωροῦσε.

  Τὸ καμπανάκι ποὺ κρεμόταν κάτω ἀπὸ τὴν καμάρα γιὰ νὰ εἰδοποιῇ τοὺς περαστικοὺς ὅταν φυσοῦσε δυνατὸς ἀέρας (ἔδινε σῆμα κινδύνου), εἶχε χαθεῖ παλαιὰ καὶ ἀντικαταστάθηκε τὸ 1975. Κάτω δεξιὰ ἀπὸ τὸ γεφύρι, ἕνα ὡραῖο μονοπάτι ὁδηγεῖ πρὸς τὴ μονὴ Στομίου… 
 
 

 


 Κόνιτσα, χωρικοί. Φωτογραφία τοῦ Μπουασονᾶ, 1913.


Πληροφορίες

Εἰκόνες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου