Ἐμπροσθογενὲς τουφέκι μὲ ἐπίχρυσο διάκοσμο καὶ πλάκες ἐλεφαντοκόκκαλο. Ἀνῆκε στὸν Nικόλαο Πετιμεζᾶ (1790-1865), γιὸ τοῦ διάσημου κλεφταρματολοῦ Θανάση Πετιμεζᾶ (1752-1804). (Mουσεῖο Mπενάκη).
TOYΣ KΛEΦTEΣ «εἶχε κυρίως λογαριάσει ὁ δυστυχισμένος Pῆγας γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς πατριωτικῆς του συνωμοσίας. Kαὶ πιὸ ὕστερα, ὅσοι Ἕλληνες ἐπιχείρησαν κατιτὶ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς χῶρας τους, στήριξαν τὸ μέγιστο τῆς ἐμπιστοσύνης τους, ὅπως κι ἐκεῖνος, στὴ γενναιότητά τους», γράφει, στὰ 1824-25, ὁ Φοριέλ.
Παρόμοια, κάποιοι φλογεροὶ ὁραματιστὲς πατριῶτες νωρίτερα, πρόσεξαν ὅτι οἱ Κλέφτες ἦταν δυνατὸ νὰ ἀποτελέσουν τὸν πυρήνα ἑνὸς ἐπαναστατικοῦ στρατοῦ, καὶ τοὺς περιέγραψαν ἐξιδανικευτικά:
«μὴν ὑποφέροντες τὰς φοβεράς τυραννίας τῶν ὀθωμανῶν... φεύγουσεις τὰ δάση διὰ νὰ διαυφεντεύσουν τὴν ἐλευθερίαν των... ἡ ἀνδρεία [τους] εἶναι ἀδιήγητος καὶ ἡ ἀγάπη των διὰ τὴν ἐλευθερίαν τους ἀπερίγραπτος... ὧσι δυὸ καὶ τρεῖς ἡμέρας μὲ νερὸν καὶ χόρτα καὶ οὕτως δὲν ἐνοχλοῦσιν τοὺς χωριάτας εἰς οὐδέν».
«Oἱ Kλέπται», γράφει, ἐξάλλου, στὰ 1834 ὁ Ἰ. Φιλήμων,
«ἐπολέμουν τὴν τυραννίαν εἰς τὰ ὄρη... Tὸ ὄνομα Kλέπται δὲν ἐδόθῃ εἰς τούτους διὰ τὸ πραγματικὸν μέρος τῆς διαγωγῆς των. Aὐτή δὲν ἦτο κατ’ ἀρχάς διόλου ἐνοχλητικὴ εἰς τοὺς Ἓλληνας...».
Kαὶ, ἀκόμα ἀργότερα, ὁ ὀξυδερκὴς Mακρυγιάννης, εὐαίσθητος δέκτης τῆς ἐποχής του, βλέπει στοὺς Κλέφτες:
«τὴν μαγιὰ τῆς λευτεριᾶς, ὅπου τὴν βάστηξαν ξυπόλυτοι καὶ γυμνοὶ τόσους αἰῶνες στὰ βουνὰ καὶ ἐρημίες νὰ μὴ χαθῇ...».
~~~
Ὁ Κλέφτης, χριστιανὸς ἔνοπλος, ἀπροσκύνητος καὶ σὲ σύγκρουση μὲ τὴν ἐξουσία, διέθετε τὰ στοιχεῖα ἀπὸ τὰ ὁποῖα μποροῦσε νὰ πλαστῇ τὸ ἰδανικὸ πρότυπο τοῦ πολεμιστῆ τῆς ἐλευθερίας. Ἐνέπνευσε ἀδούλωτο σθένος καί, ταυτόχρονα, ἀποτέλεσε ἰσχυρὴ βάση πάνω στὴν ὁποία ἕνας λαὸς μέχρι πρότινος ὑπόδουλος, μποροῦσε νὰ θεμελιώσῃ αὐτοεκτίμηση καὶ ὑπερηφάνεια γιὰ τὸ παρελθόν του.
Ἀτίθασοι λοιπὸν νέοι ἠ καὶ παλιοὶ Κλέφτες σχημάτιζαν τὶς ὀμάδες ἀντιστάσεως ποὺ τριγύριζαν στὰ βουνά. Διάφοροι λόγοι τοὺς ἔσπρωχναν ν’ ἀντιδράσουν μὲ τὸν τρόπο αὐτό. Πρόχειρη ἦταν στὸ στόμα τῶν νέων τῶν ὀρεινῶν περιοχῶν ἡ φράση «σηκώνομαι Κλέφτης», γιὰ νὰ φοβερίσουν τοὺς ἄδικους Τούρκους τοπάρχες ἢ ἀγάδες ἢ τοὺς τυραννικοὺς προεστούς. Ὁ καθένας τους ἐξασφάλιζε τὴν ἐλευθερία μόνο γιὰ τὸν ἐαυτό του καὶ φρόντιζε νὰ ζήσῃ, ὅπως μποροῦσε, ληστεύοντας στὴν ἀνάγκη καὶ Ἕλληνες ἀκόμη. Ἀλλὰ καὶ οἱ ληστές, ποὺ δροῦσαν καὶ παλιότερα, βρῆκαν τώρα ἕνα καινούργιο πεδίο δράσης, ποὺ ἐξευγενίζει τὸ ὄνομά τους καὶ ἀνοίγει τὸν δρόμο πρὸς τὴν ἡρωοποίηση καὶ τὴν ἐξιδανίκευσή τους, ἐφόσον μάλιστα τώρα παρουσιάζονται ὡς προστάτες καὶ ἐκδικητὲς τῶν τυραννισμένων καὶ καταδιωγμένων ὁμοεθνῶν τους, κυρίως τῶν φτωχῶν.
Αὐτονόητο εἶναι ὅτι οἱ Κλέφτες κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες τῆς τουρκοκρατίας δὲν εἶχαν τὴν συνείδηση ὅτι ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐλευθερία ὁλόκληρου τοῦ ἔθνους. Ὅ,τι τοὺς ξεχώριζε ἀπό τοὺς κοινοὺς ληστὲς ἦταν μόνο τὸ ἔντονο μῖσος ἐναντίον τῶν κατακτητῶν καὶ τῶν συνεργατῶν τους καὶ ἡ συμπάθειά τους πρὸς τοὺς κατατρεγμένους.
Ἔτσι ὁ Κλέφτης ἄρχισε νὰ γίνεται ἴνδαλμα. Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς λοιπὸν τῆς τουρκοκρατίας πρέπει νὰ ἄρχισε νὰ παίρνῃ τὴν ὀριστική του διαμόρφωση ὁ κόσμος τοῦ μύθου καὶ τοῦ θρύλου, ποὺ περιβάλλει βαθμιαῖα τὴν προσωπικότητα τοῦ ληστῆ, τοῦ Κλέφτη. Γεννιέται σιγὰ σιγὰ μιὰ μακραίωνη παράδοση ποὺ ἐπιζεῖ γιὰ πολλὰ ἀκόμη χρόνια μετὰ τὴν ἴδρυση τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους καὶ τελικὰ σβήνει μέσα στοὺς κόλπους τῶν ληστῶν.
Οἱ Κλέφτες εἶναι οἱ πρῶτοι πυρῆνες τῆς ἀντίστασης τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, αὐτοὶ διερμηνεύουν τὴν θέλησή του νὰ μὴν ὑποταχθῇ στὴν βία καὶ στὶς καταπιέσεις τῶν ἀλλόδοξων κατακτητῶν καὶ τῶν χριστιανῶν ὀργάνων τους.
~~~
Ἡ ὀρεινή διάρθρωση τῆς ἑλληνικῆς χερσονήσου ὑπῆρξε ἡ σωτηρία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ στὶς δύσκολες στιγμὲς τῆς ἱστορίας του. Τὰ βουνὰ ὄχι μόνον εἶχαν σώσει καὶ θὰ ἔσωζαν στὸ μέλλον τὸν ἑλληνικό λαὸ ἀπὸ τὴν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφή, ἀλλὰ καὶ θὰ μόρφωναν γενιὲς ἐλεύθερων ἀνθρώπων, ποὺ θὰ βρίσκονταν πάντα σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἀποκαρωμένους κατοίκους τοῦ κάμπου.
Σωστὰ λοιπὸν παρατηροῦσε ὁ Γάλλος περιηγητής Lauvergne ποὺ εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὴν Ἑλλάδα στὰ 1825 πώς:
«ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα, μὲ τὰ πολλὰ βουνά, τὰ τρομακτικὰ φαράγγια ποὺ τὰ χωρίζουν, μὲ τὶς ἄπειρες ἀνωμαλίες τοῦ κατασχισμένου σὲ κάθε πλευρὰ ἐδάφους της, μοιάζει νὰ ἔχῃ προοριστῇ ἀπό τὴν φύση νὰ εἶναι τὸ λίκνο ἐλεύθερων ἀνθρώπων»…
Βιβλιογραφία
Ἁφιέρωμα τῆς Καθημερινῆς (Κυριακὴ 21 Μαρτίου 1999)
«Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ», τόμ. Β’, Ἀπόστολου Βακαλόπουλου, Θεσσαλονίκη 1976
Ὁ πίνακας τοῦ Βρυζάκη "Τὸ Καραοῦλι" ἀπὸ: ἐδῶ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου