Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Πῶς νὰ παλέψῃς;




«Νέκρωσε ἡ σκέψη μου στὸ ἄκουσμα·  μ’ ἔπνιξε ὁ πόνος. Κοίταξα τὴν κυρά μου, στήριγμα καὶ λύτρωση τόσα χρόνια καὶ εἶδα τὸ δάκρυ της νὰ κατηφορίζῃ μέσα στὴν χαρακιὰ του χρόνου.
Πῶς νὰ παλέψῃς αὐτὸν τὸν ἐχθρὸ ποὺ ἡ μοίρα ἔφερε τώρα, στὸ λιόγερμα τῆς ζωῆς; Πῶς νὰ παλέψης αὐτὸν τὸν ἐχθρὸ ποὺ ὅπλα του εἶναι τὰ λόγια τὰ ψεύτικα, θεός του τὸ χρῆμα καὶ ἀνάγκη του, ἡ ἐξουσία!

Μᾶς πήρανε τὴ χώρα·  τοὺς ἀγῶνες τοὺς δικούς μας·  τῶν προγόνων μας! Μᾶς πήρανε τὴ χώρα·  οἱ ἀπαίδευτοι, οἱ ἀνάλγητοι, οἱ ἀγνώμονες! Καὶ αὐτὰ τὰ χέρια τὰ ροζιασμένα, τὰ σκληρὰ δουλεμένα, τὸ κράτησαν τὸ ντουφέκι καὶ τὸ δόξασαν στ’ ἀλβανικὰ βουνὰ καὶ στὰ δασωμένα πλάγια τῆς πατρίδος. Μὰ εἶχε πρόσωπο τότες ὁ ἐχθρός, τὸν ἔβλεπες, καὶ αὐτὸν καὶ τὰ ὅπλα του·  ἔβλεπες τὸ αἷμα του νὰ χύνεται στὴ γῆ καὶ θέριευες καὶ φούσκωνες καὶ λυσσομάναγες μὲ τὴ Λευτεριὰ στὴν σκέψη…

Καὶ τώρα τί;  Τί ὅπλο ν’ ἀντιτάξῃς; Τὶ ὅπλο νὰ σφίξῃς στὴ χούφτα καὶ σὲ ποιά σφαῖρα νὰ βάλῃς καβάλα τὶς ἐλπίδες σου;  Ἂχ αὐτὴ ἡ δίψα χαλασμοῦ μὲ πνίγει τώρα, σὰν καὶ τότε…»


Κι αὐτό τὸ ἀσίγαστο ποὺ φούσκωνε μέσα του τὸ ὀνόμασε... ἄδικο
Ἄδικη ζωὴ
Ἄδικη πατρίδα
Ἄδικος κόσμος
Μὰ δίκαιος ἀγῶνας ὁ ἀγῶνας τῆς τιμῆς καὶ τῆς λευτεριᾶς
Καὶ παίρνει τὸ μάτι αὐτὴν τὴν παλαβὴ λάμψη  
καὶ τὸ χαλκωμένο ἀπὸ τὸν ἥλιο μέτωπο 
ραγίζει ἀπὸ τὶς σκέψεις καὶ τὰ ὅνειρα,  
ποὺ ἀγκαλιασμένα μὲ τὸν πόλεμο, 
ἀπόκαμαν πριν την εκπλήρωσή τους.

Κι ἀναπολεῖ τὴν νιότη του·  
τότε ποὺ ἔπλαθε τὴν τύχη μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια· 
τότε ποὺ ρώταγε τὸν θάνατο ἂν φοβᾶται τὴ ζωή. 
Κι ἦταν ψυχόρμητη ἡ ἀντίδραση αὐτή, 
στὴν καταχνιὰ τοῦ κουρνιαχτοῦ τῆς μάχης,  
τότε ποὺ νόμιζε πῶς εἶχε κάνει συμφωνία μὲ τὸ θάνατο, 
τότε ποὺ ἔτρεμε ἡ γῆς καὶ ὁ ἀέρας παλλόταν 
ἀπ` τὰ ἀτσάλια ποὺ βροντοῦσαν· 
καὶ ἡ ματιὰ γοργή, ἔκοβε τὸν κίνδυνο.

Ὅσοι δὲν ἀπόμειναν κεραυνωμένοι 
κεῖνες τὶς ἐποχές τὶς δύσκολες 
κρύψαν τὴν ἀγριεμένη λάμψη 
βαθιὰ στὴν κόρη τοῦ ματιοῦ 
κι ἔδωσαν στὸ πρόσωπο 
ἀταραξία μαρμάρινη...
 
''Λειψὴ ἡ ζωὴ παιδάκι μου
στὰ χρόνια τὰ δικά μας
Κεῖνα τὰ χρόνια τοῦ χαμοῦ
τῆς ἄφθαρτης γενιᾶς μας...''


Καὶ σὰν ἀκούμπησα τὸ χέρι του ποὺ ξαπόσταινε στὰ γόνατά του ἔνιωσα ὅλο τὸ θρῆνο ποὺ κατοικοῦσε μέσα του...
Ἂχ Ἑλλάδα μου…!  
 


Ἡ φωτογραφία τοῦ Φώτη Καζαζῆ ( φωτογραφικὲς ἀφηγήσεις ) εἶναι ἀπὸ zafora.blogspot.com


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου